[maxmegamenu location=max_mega_menu_1]
In the early 1980s when Iakovos Tsourounakis, born and raised in southwest Crete, first talked about his dream of restoring the medieval settlement of his land of birth, other locals looked at him and said “kouzoulathike” (“the poor man’s gone crazy”, in absolute Cretan tone).
But Iakovos stubbornly wanted to see his ancestral lands take on new life. After four decades of abandonment and neglect eco-wise speaking, he wanted to cultivate the land, reforest the area, grow organic products, and have a small breeding farm… In other words, he wanted to save what was left of the ruins of the past and bring it to the present, fresh and new, ever-lasting, timeless…
(co-founder of Milia Mountain Retreat)
Fate touched him. He soon became friends with Giorgos Makrakis, whose family also had property in the area. They found out that they shared the same “kouzoulada” and started working on the restoration of the ruined houses. Somewhere in the middle of this journey, a vision was born; to transform the old settlement into an eco-friendly lodge, spontaneously implementing the terms of sustainability. These men’s vision, who wanted to see Milia thriving again, soon became a project included in the European funding program Interreg for cultural restorations, and the two of them continued till the end, the new beginning.

The restoration process took about 12 years in total and, throughout this time, they chose the hard way; not only did they show incredible respect to the remnants of Milia, by refurbishing everything in great detail, so as to preserve their authenticity, but also kept the local architectural and decorative style as well. All interiors were kept as they were in the past, with minor changes in order to add bathrooms. Exteriors were altered with the addition of patios and alleys. The geomorphology was also kept intact, keeping the amphitheatric architecture of the settlement, and thus, adding to the harmony of the buildings in their natural habitat. All stones and wood were re-used and additional material just came from Milia and/or nearby villages.
Additional construction was of a small scale, in absolute balance to the surroundings, and the building technique was the old-fashion one. Both technicians and builders who worked were locals and the resources used left a zero ecological footprint. When the guesthouses and a small restaurant were finally ready in the spring of 1993, being supplied exclusively by farms and yards of the area, Milia was introducing what was later to become a model of a community-based eco-lodge. Slowly and gradually, the whole project proved to be not just successful, but an example to follow.
Five years later, Tassos Gourgouras from Athens, joined the crew by following an inner call to share his own passion for nature with the two men. He has been managing the Milia Mountain Retreat since then, along with Giorgos, adding to guests’ experience his own passion for wellness, hiking, and outdoor activities. Today, Tassos is co-leading the team towards a modern vision for the settlement, staying in contact with the newest practices in hospitality, respecting the local odor, and opening up new possibilities for guests’ entertainment.
In 2000, when the new restaurant was built on the same principles of the settlement, the next generation of the families was introduced to Milia bit by bit. Now, the exquisite tastes of Milia Restaurant, under the guidance of chef Vasilis Makrakis, have opened up even more to national and international recognition. The restaurant, known also for having one of the best atmospheres in Crete, offers an original, high-standards menu to guests and visitors alike.
And that’s how this hi-story does not end!
Η ιστορία πίσω από τον μύθο
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ο Ιάκωβος Τσουρουνάκης, γεννημένος και μεγαλωμένος στη νοτιοδυτική Κρήτη, μίλησε για πρώτη φορά για το όνειρό του να αποκαταστήσει τον μεσαιωνικό οικισμό της γενέτειράς του, οι συχωριανοί του τον κοίταξαν και είπαν “κουζουλάθηκε!”. Ήθελε να δει τα προγονικά εδάφη να παίρνουν νέα ζωή μετά από τέσσερις δεκαετίες εγκατάλειψης και παραμέλησης που είχαν επιφέρει κατάσταση έκτακτης ανάγκης στην περιοχή, από οικολογική και πολιτιστική άποψη. Ήθελε να καλλιεργήσει τη γη, να παράγει βιολογικά προϊόντα, να αναδασώσει το τοπίο και να έχει μια μικρή φάρμα με ζωντανά… Ήθελε, δηλαδή, να διασώσει ό,τι είχε απομείνει από τα ερείπια του παρελθόντος και να το φέρει στο σήμερα, φρέσκο και ανανεωμένο, διαρκές και διαχρονικό…
Η μοίρα τον άγγιξε. Σύντομα γνωρίστηκε με τον Γιώργο Μακράκη, του οποίου η οικογένεια είχε επίσης κτήματα στην περιοχή. Διαπίστωσαν ότι μοιράζονταν την ίδια «κουζουλάδα», την κρητική «παραφροσύνη», όπως λέγεται εδώ, και άρχισαν να δουλεύουν! Κάπου στη μέση αυτού του ταξιδιού, γεννήθηκε ένα όραμα – η μετατροπή του παλιού οικισμού σε ένα φιλικό προς το περιβάλλον κατάλυμα για τους επισκέπτες, εφαρμόζοντας τους όρους της αειφορίας μέσω της οικολογίας. Το όραμα αυτών των ανδρών, που ήθελαν να δουν τη Μηλιά να ακμάζει ξανά, σύντομα έγινε έργο που συμπεριλήφθηκε στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης Interreg για την πολιτιστική αποκατάσταση και οι δυο τους ξεκίνησαν, πρακτικά, να ανοικοδομήσουν τον οικισμό.
Η διαδικασία αποκατάστασης διήρκεσε συνολικά 12 χρόνια και, όλο αυτό το διάστημα, επέλεξαν τον δύσκολο τρόπο. Όχι μόνο έδειξαν απίστευτο σεβασμό στα ερείπια της Μηλιάς, ανακαινίζοντας τα πάντα με μεγάλη λεπτομέρεια, ώστε να διατηρηθεί η αυθεντικότητά τους, αλλά και διατήρησαν το τοπικό αρχιτεκτονικό και διακοσμητικό στυλ. Όλοι οι εσωτερικοί χώροι διατηρήθηκαν όπως στο παρελθόν, με μικρές αλλαγές για να προστεθούν τα απαραίτητα στο εσωτερικό. Οι εξωτερικοί χώροι διαμορφώθηκαν με την προσθήκη αίθριων και σοκακιών. Η γεωμορφολογία διατηρήθηκε επίσης ανέπαφη, διατηρώντας την αμφιθεατρική αρχιτεκτονική του οικισμού, ενισχύοντας έτσι την αρμονία των κτηρίων με το φυσικό τους περιβάλλον. Όλες οι πέτρες και τα ξύλα επαναχρησιμοποιήθηκαν και τυχόν πρόσθετα υλικά προήλθαν από τη Μηλιά ή/και τα κοντινά χωριά. Οι επεμβάσεις ήταν μικρής κλίμακας, σε απόλυτη ισορροπία με τον περιβάλλοντα χώρο και η τεχνική δόμησης διατήρησε το τοπικό ιδίωμα. Τόσο οι τεχνικοί όσο και οι οικοδόμοι που εργάστηκαν ήταν ντόπιοι, από τα κοντινά χωριά, και οι πόροι που χρησιμοποιήθηκαν άφησαν μηδενικό οικολογικό αποτύπωμα. Όταν οι ξενώνες και ένα μικρό εστιατόριο ήταν τελικά έτοιμα την άνοιξη του 1993 να φιλοξενήσουν επισκέπτες, προμηθεύονταν αποκλειστικά τα προϊόντα τους από αγροκτήματα και αυλές της περιοχής ή της ίδιας της Μηλιάς. Έτσι, εισήχθη αυτό που αργότερα θα γινόταν πρότυπο οικολογικού καταλύματος με βάση την κοινότητα και την αειφόρο ανάπτυξη. Σταδιακά, το όλο εγχείρημα αποδείχθηκε όχι απλώς επιτυχημένο, αλλά παράδειγμα προς μίμηση.

Πέντε χρόνια αργότερα, ο Τάσος, από την Αθήνα, εντάχθηκε στο δυναμικό της Μηλιάς ακολουθώντας ένα εσωτερικό κάλεσμα να μοιραστεί το δικό του πάθος για τη φύση με τους ιδιοκτήτες. Έκτοτε, μαζί με τον Γιώργο, έχουν τεθεί επί κεφαλής του Milia Mountain Retreat και ο ίδιος έχει προσθέσει στην εμπειρία των επισκεπτών τις γνώσεις του στην πεζοπορία και τις υπαίθριες δραστηριότητες. Ένα μικρό αμφιθέατρο προστέθηκε επίσης τα προηγούμενα χρόνια, σεβόμενο την τοπική οικολογία και μορφολογία, ανοίγοντας νέες δυνατότητες για την ψυχαγωγία των επισκεπτών. Το 2000, όταν χτίστηκε το νέο εστιατόριο με τις ίδιες περιβαλλοντικές αρχές του οικισμού, η επόμενη γενιά των δύο οικογενειών εισήχθη σταδιακά στην ιστορία της Μηλιάς. Στις μέρες μας, οι υψηλού επιπέδου υπηρεσίες του εστιατορίου Μηλιά, υπό την καθοδήγηση του σεφ Βασίλη Μακράκη, έχουν καταφέρει να βελτιώσουν ακόμα περισσότερο την ποιότητα των υπηρεσιών τόσο σε επισκέπτες –διαμένοντες όσο και διερχόμενους, οι οποίοι αξιολογούν τον χώρο ως έναν συνδυασμό αυθεντικής ατμόσφαιρας και πρωτότυπων γεύσεων, με μενού υψηλών προδιαγραφών.
Και κάπως έτσι δεν τελειώνει αυτή η ιστορία!