[maxmegamenu location=max_mega_menu_1]

Could well be a movie title equivalent to Dances with wolves? Sure, if this was not the case that the co-owner and restorer of the medieval settlement that became Milia Mountain Retreat (a local “Green Man” in his overwhelming passion for Nature preservation and species protection), Giorgos Makrakis, wouldn’t put it in practice. Committed to practicing absolute recycling of resources, Giorgos often drives to the sloping sides of the mountains around Milia and disposes of organs and bones from dead animals on his farm, in order for the predator birds that fly over him throughout his life to have a meal.

Predator birds in Crete, vultures of two different kinds, the Gypaetus Barbatus and the Gyps Fulvus, are often seen over the sky of Milia, with the second being the most common species. The Gyps vulture has a wingspan of 260cm and a body length of around 97 – 104 cm, slightly smaller than its family, the Gypaetus, with 270 cm wingspan and body length ranging between 102 and 114 cm.

The “Gyps and Co” fly in smaller or larger groups, and their color can be distinguished easily with binoculars; the feathers of the collar are white short for an adult, who has a white-gray head and neck, brown to white-gray plumage. This species is known for only eating dead flesh, which practically means that it can rather cause awe than a threat, as it does not attack anything moving.

The bigger Gypaetus has an off-white head and chest, square wings, black back, and a long tail, is rare in the area and very difficult to reproduce. It is being fed exclusively by bones, thus the remaining part of the others’ meal, which practically means that Nature knows better in terms of recycling.

Unbelievable or adventurous as it may seem, the practice of feeding the vultures is for Giorgos not more important than cleaning an old stone fountain from its dirt, coming up with an owl’s nest, and placing it on a tree where she is seen to frequent, or rushing to unblock a goat’s horns that got trapped at the fence. Preserving natural and cultural elements alike, this persisting local is used to still be keeping old tree trunks found around Milia, wood that was once used for construction and is still strong enough for potential re-use, especially if it comes from amazingly smelling trees, such as cedars.

Don’t take him wrong, though, he will not drive you around for vulture feeding if you happen to visit Milia for a relaxing stay. Nor will he point out where these awe-inspiring birds (the “ornea” in Cretan dialect) frequent for the lunch that he provides them with. By now he knows, they never show up if anybody approaches out of curiosity or to take photos. It is a different deal they have with him, and it is about mutual respect, a kind of intimate relationship, and rare proximity. Thus they approach, yes, but only when he is alone. They even recognize his car.


Δείπνο για γύπες

Θα μπορούσε να είναι τίτλος ταινίας αντίστοιχος με το Χορεύοντας με τους λύκους; Ίσως, αν όμως δεν ήταν πραγματικότητα, ότι ο συνιδιοκτήτης και αναστηλωτής του μεσαιωνικού οικισμού της Μηλιάς -ένας Βλατιανός με συντριπτικό πάθος για τη διατήρηση της φύσης και την προστασία της βιοποικιλότητας- ο Γιώργος Μακράκης, δεν το πρόσφερε και στην πράξη. Δεσμευμένος στην εφαρμογή απλών αρχών ανακύκλωσης των πόρων, ο Γιώργος συχνά οδηγεί μέχρι τις πλαγιές των βουνών που περιβάλλουν τη Μηλιά και πετάει απομεινάρια (όργανα και οστά) από νεκρά ζώα της φάρμας του, για να γευματίσουν τα αρπακτικά πουλιά που πετούν πάνω από το κεφάλι του σε όλη του τη ζωή.

Οι γύπες στην Κρήτη είναι δύο διαφορετικών ειδών, ο Gypaetus Barbatus και ο Gyps Fulvus, και εμφανίζονται συχνά στον ουρανό της Μηλιάς, με τον δεύτερο να είναι το πιο κοινό είδος. Ο Fulvus, γνωστός στην ντοπιολαλιά ως «σκάρα ή κανναβός», έχει άνοιγμα φτερών 260 cm και μήκος σώματος περίπου 97 – 104 cm, ελαφρώς μικρότερο από τον ομοαίματό  του, τον Barbatus ή Κοκκαλά, με άνοιγμα φτερών 270 cm και μήκος σώματος που κυμαίνεται μεταξύ 102 και 114 cm.

Οι γύπες πετούν σε μικρότερες ή μεγαλύτερες ομάδες και το χρώμα τους διακρίνεται εύκολα με κιάλια. Τα φτερά του κολάρου είναι λευκά κοντά για έναν ενήλικα γύπα, ο οποίος έχει λευκό-γκρι κεφάλι και λαιμό, καφέ έως λευκό-γκρι φτέρωμα σώματος. Αυτό το είδος είναι γνωστό ότι τρώει μόνο νεκρή σάρκα, πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι μπορεί να προκαλέσει μόνο δέος και δεν συνιστά απειλή, καθώς δεν επιτίθεται σε οτιδήποτε κινείται.

Ο μεγαλύτερος “Κοκαλάς” έχει υπόλευκο κεφάλι και στήθος, τετράγωνα φτερά, μαύρη πλάτη και μακριά ουρά, είναι σπάνιος στην περιοχή και πολύ δύσκολο να αναπαραχθεί. Τρέφεται αποκλειστικά με κόκαλα, επομένως με τα υπολείμματα του γεύματος του προηγούμενου, που πρακτικά σημαίνει ότι η Φύση γνωρίζει καλύτερα την ανακύκλωση απ’ ότι εμείς.

Όσο απίστευτο ή περιπετειώδες κι αν φαίνεται, η πρακτική να ταΐζει τα όρνια δεν είναι για τον Γιώργο πιο σημαντική από το να καθαρίσει μια παλιά πέτρινη βρύση από τις λάσπες της, να φτιάξει μια φωλιά κουκουβάγιας και να την τοποθετήσει σε ένα δέντρο ή να τρέξει να ξεμπλοκάρει τα κέρατα μιας κατσίκας που παγιδεύτηκε σε φράχτη. Διατηρώντας εξίσου τα φυσικά και πολιτιστικά στοιχεία της περιοχής, αυτός ο επίμονος ντόπιος συνηθίζει να συλλέγει ακόμα παλιούς κορμούς δέντρων που βρίσκονται γύρω από τη Μηλιά, ξύλα που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν για κατασκευή και είναι ακόμα αρκετά ισχυρά για πιθανή επαναχρησιμοποίηση, ειδικά αν προέρχονται από δέντρα με εκπληκτική μυρωδιά, όπως οι κέδροι.

Μην τον παρεξηγήσετε, όμως, δεν θα σας οδηγήσει για να ταΐσετε γύπες, αν τύχει να επισκεφτείτε τη Μηλιά για μια χαλαρωτική διαμονή. Ούτε θα σας δείξει πού συχνάζουν αυτά τα αρπακτικά για να γευτούν το γεύμα που τους προσφέρει. Το ξέρει καλά πια, ότι δεν εμφανίζονται ποτέ αν πλησιάσει κάποιος από περιέργεια ή για να τραβήξει φωτογραφίες. Είναι μια διαφορετική συμφωνία που έχουν μαζί του, και αφορά τον αμοιβαίο σεβασμό, ένα είδος οικείας σχέσης και σπάνιας εγγύτητας. Θα πλησιάσουν, ναι, αλλά όταν είναι μόνος, μόλις αναγνωρίσουν το αυτοκίνητό του.